Τι πάει να πει ομάδα της γειτονιάς; Τι σημαίνει να αγωνίζεσαι για αυτήν και να εκπροσωπείς την περιοχή που σε ανέθρεψε; Μέσα από αυτόν εδώ τον ιστότοπο, παράλληλα με την προσπάθεια ενημέρωσης για τα τεκταινόμενα στην ομάδα του Αρίωνα, είναι να περάσουν και να φιλοξενηθούν διάφοροι άνθρωποι που πρόσφεραν με τον δικό τους τρόπο στον σύλλογο αλλά και ανθρωποι που πρόσφεραν γενικότερα στον χώρο του αθλητισμού. Μέσα από τις συζητήσεις με αυτούς, ο στόχος είναι να θυμηθούμε, να μάθουμε αλλά και να βγούμε στο τέλος λίγο σοφότεροι.
Η αρχή σε αυτό το εγχείρημα έγινε ιδανικά. Συνάντησα τον κύριο Νίκο Μπεργελε, για πάνω από μία δεκαετία αθλητή του Αρίωνα στο μπάσκετ, πρωταθλητή του βόλεϊ με τον Παναθηναϊκό και έναν από τους “δασκάλους” του Ελληνικού αθλητισμού.
Για τους νεώτερους που ίσως να μην ξέρουν τόσο καλά το όνομα Νίκος Μπεργελές, η ενημέρωση από τους μεγαλύτερους ήταν λιτή και επαρκής: Δάσκαλος, ένας άνθρωπος που σημαίνει για την περιοχή πολλά και που όλα αυτά τα χρόνια, την εκπροσώπησε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Μετά το τέλος της πλούσιας αθλητικής του καριέρας ως παίκτης και προπονητής, ο κ. Μπεργελές στράφηκε στην Ακαδημαϊκή καριέρα, όπου παρήγαγε εξίσου πλούσιο έργο ως καθηγητής του ΤΕΦΑΑ Αθηνών.
Η συνάντησή μας έγινε σε ένα μικρό καφενεδάκι στην οδό Εμπεδοκλέους, στον Άγιο Αρτέμιο, το ιδανικό μέρος για αυτή τη συνάντηση. Εκεί, συζητήσαμε για πολλά και ενδιαφέροντα θέματα, από τον Αρίωνα, στην Γούβα και φυσικά στον αθλητισμό:
– Πρώτα χρόνια στον Αρίωνα, στις αρχές της δεκαετίας του 1960;
Στον Αρίωνα ξεκίνησα για την ακρίβεια στις αρχές της δεκαετίας. Εντάχθηκα στις τάξεις του συλλόγου το 1962 και έπαιξα έως το 1975. Για την ακρίβεια σταμάτησα το 1973, και το 1975 κλήθηκα για έναν αγώνα κυπέλλου στην Πάτρα, ώστε να συνεισφέρω εκεί. Μετά από εκείνο το παιχνίδι, επειδή αποκλειστήκαμε, σταμάτησα και δεν αγωνίστηκα έκτοτε.
– Ήταν με λίγα λόγια μια γεμάτη δεκαετία
Ηταν μια γεμάτη και ωραία δεκαετία, από το 1963 – 1973. Η ομάδα ήταν στην τρίτη κατηγορία και μέσα σε τρία χρόνια φτάσαμε στην δεύτερη και έπειτα στην πρώτη κατηγορία Αθηνών. Ήμασταν διεκδικητές του τίτλου, και ως στόχο είχαμε το να προκριθούμε από την τοπική κατηγορία στην εθνική – τότε – κατηγορία του μπάσκετ. Και μάλιστα είχαμε την ατυχία τότε, σε μία χρονιά που είχαμε την κατά τεκμήριο καλύτερη ομάδα να χάσουμε την άνοδο από μία άτυχη και άδικη ήττα απέναντι στο Φάληρο, στο κλειστό του Σπόρτιγκ.
Σε εκείνο το παιχνίδι είχαμε ένα μεγάλο προβάδισμα, αλλά αντιμετωπίσαμε μία εχθρική διαιτησία, 4 παίκτες μας αποβλήθηκαν με 5 φάουλ, πιθανώς να μείναμε και χωρίς αγωνιστική πεντάδα στο τέλος, και έτσι χάσαμε την άνοδο. Και αυτό ήταν μία σφοδρή επιθυμία μου, κάτι που μας έχει μείνει απωθημένο, ότι δεν παίξαμε στην εθνική κατηγορία με τον Αρίωνα!
Παράλληλα όμως δεν ήταν μόνο το μπάσκετ και ο Αρίωνας;
Παράλληλα έπαιζα βόλεϊ, στον Παναθηναϊκό, μαζί με άλλον έναν παίκτη της ομάδας, τον Λελούδα τον Στέφανο. Τολμούσα να πω ότι εκείνη την εποχή κάναμε την προπόνησή μας κυρίως στο βόλεϊ, ενώ στο μπάσκετ ερχόταν η επαφή με το καλάθι λιγότερο στις προπονήσεις και περισσότερο στα παιχνίδια!
Όμως, μπορώ να πω ότι το συναίσθημα και η χαρά που είχα από την ομάδα του Αρίωνα, ήταν πολύ πιο έντονη από αυτήν στον Παναθηναϊκό. Ήμασταν μια ομάδα αλλά και μια παρέα. Τελειώναμε τον αγώνα, πηγαίναμε και βρισκόμασταν κάπου, σε μια ταβέρνα ώστε να γιορτάσουμε ή να κλάψουμε! (γέλια)
Νιώθαμε ότι εκπροσωπούμε μια κοινωνία, τη Γούβα και αισθανόμασταν κι εμείς χαρούμενοι που δίναμε χαρά σε πολλούς. Έρχονταν μετά τον αγώνα, μας μιλούσανε, μας αγκαλιάζανε, μας δίνανε συγχαρητήρια. Νιώθαμε πολύ όμορφα.
– Βλέπουμε το αίσθημα της «γειτονιάς», που δεν είναι τόσο έντονο σήμερα στον ερασιτεχνικό αθλητισμό δηλαδή
Έτσι ακριβώς. Στον Αρίωνα από το ποδόσφαιρο ξεκίνησαν όλα, όταν ήρθε, ως γνωστόν, από το Κολωνάκι. Τότε αυτό ήταν το κύριο άθλημα και εκεί το λατρέψαμε, όπως το λάτρεψα και εγώ. Πήγαινα στο γήπεδο και έβλεπα τους παίκτες, τους θαύμαζα και ήταν τα ινδάλματά μας. Στη συνέχεια, αφού ασχολήθηκα με το μπάσκετ, μπόρεσα και να συνεισφέρω, να νιώσω ότι προσφέρω, γιατί αυτό είναι το ευεργέτημα που προσφέρει ο αθλητισμός. Νιώθαμε ότι δίναμε κάτι στους φιλάθλους και την περιοχή.
– Με τον Παναθηναϊκό πως ήταν; Υπήρχε κάποιο πρόβλημα με την παράλληλη ενασχόληση με τον Αρίωνα και το μπάσκετ;
Οι ομοσπονδίες τότε άνηκαν στον ΣΕΓΑΣ όλες. Είχαμε το δικαίωμα – ένα δικαίωμα που ποτέ δεν αφαιρέθηκε βέβαια – να παίζουμε όπου θέλουμε, πόσω μάλλον όταν δεν υπήρχε επαγγελματικός αθλητισμός ούτε στο μπάσκετ ούτε στο βόλεϊ, αγωνιζόμασταν και στα δύο και νιώθαμε διπλή χαρά: Στον Παναθηναϊκό πρωταγωνιστούσαμε, τρείς από την Γούβα: εγώ, ο Ανδρέας Μπεργελές, ο αδερφός μου, και ο Στέφανος Λελούδης. Το ένα δεύτερο της εξάδας ήταν από την περιοχή. Η Γούβα τροφοδοτούσε τον Παναθηναϊκό ουσιαστικά, καθώς υπήρχαν η παιδική χαρά του 6ου Κέντρου με τον Σωτήρη Πετρίδη και το 13ο Γυμνάσιο Αρρένων, με έναν πολύ θερμό γυμναστή, τον Στάθη Σάντα. Αυτοί οι δύο άνθρωποι ήταν οι δεύτεροι πατέρες μας και είχαν τόσο μεγάλη αγάπη με τις αθλοπαιδείες, ώστε αυτό να μεταφερθεί και σε εμάς. Έτσι λοιπόν, ο Παναθηναϊκός είχε παίκτες από την Γούβα και στο μπάσκετ, και στο βόλει και στο ποδόσφαιρο, όπως ο Λάκης Σοφιανός, ο Απέργης και ο Γιώργος Ανδρέου.
-Δεν είναι παράλογο να πούμε ότι η Γούβα είχε αγάπη για τον αθλητισμό
Έτσι ακριβώς. Και δεν υπήρχε μόνο ο Αρίωνας, παλιότερα υπήρχαν κι άλλα σωματεία. Εν τέλει κυριάρχησε ο Αρίωνας, όμως μέχρι το 60-70 υπήρχαν και οι λεγόμενες αλάνες. Πέρα από τα δυο αθλητικά κέντρα που ανέφερα, υπήρχαν οι αλάνες της Πλατείας Πλυτά, όπου στήνονταν πολλά αυτοσχέδια γήπεδα, αλλά και το παλιό γήπεδο του Αρίωνα, το οποίο ήταν εκεί που βρίσκεται η οδός Υμηττού, πίσω από το Νεκροταφείο. Κάθε Σαββατοκύριακο μαζεύονταν πολλές ομάδες, για αποδυτήρια υπήρχαν σεντόνια στους ακάλυπτους και πολλές μπάλες έπεφταν στο Νεκροταφείο, με αποτέλεσμα να έχουμε σύγκρουση με τους φύλακες, καθώς πηδάγαμε να πάρουμε την μπάλα και υπήρχαν οι τάφοι!
Η ομάδα δημιουργήθηκε από την περιοχή της, από τα παιδιά της. Και έτσι δικαιώθηκαν κατά κάποιο τρόπο και οι διοικούντες τον σύλλογο, μιας και μία ομάδα δημιουργείται για να δώσει τη δυνατότητα άθλησης στα παιδιά της περιοχής της. Η άθληση είναι ευεργέτημα.
– Αυτό σκέφτομαι και εγώ με την έννοια ομάδα της γειτονιάς. Μία ομάδα που αγκαλιάζει τα παιδιά της και επανδρώνεται από αυτήν, κάτι που έχει χαθεί από πολλές ομάδες για ένα μεγάλο διάστημα, όπως και με τον Αρίωνα.
Οι ομάδες πρέπει αρχικά να φροντίζουν τις ανάγκες τις περιοχής. Φιλοδοξίες που δημιουργήθηκαν σε κάποιες ομάδες ανά καιρούς, που ξεκίνησε… κάποτε και πήρε έκταση με τα χρόνια, είναι κάτι που αντικατοπτρίζει την ματαιοδοξία, γιατί μετά από κάποιο σημείο παύει να είναι φιλοδοξία, των παραγόντων της. Πιστεύω ότι αυτή η ματαιδοξία, ειδικά όταν δεν υπάρχουν οικονομικοί πόροι για να ανταπεξέλθεις στα ανοίγματα, δημιουργούν πυροτέχνημα. Έτσι αντί να φτάσεις στην κορυφή, καταλήγεις τελικά στον πάτο. Και έγινε και σε πολλά σωματεία αυτό, ένα απο αυτά ήταν και ο Αρίωνας που προσπάθησε να φτάσει ψηλά, και απέτυχε.
Έτσι ζημιώθηκε το μπάσκετ του Αρίωνα. Το ποδόσφαιρο από την άλλη, επηρεάστηκε πολύ αρνητικά με την καταστροφή των γηπέδων της περιοχής, κάτι που τον αποσύνδεσε από τα παιδιά της περιοχής του, μιας και το γήπεδο δεν είναι πλέον δίπλα τους, όπως είναι το μπάσκετ. Από την άλλη, το βόλεϊ δεν κράτησε γιατί συγκριτικά με τα δύο αθλήματα κλειστού χώρου, βόλεϊ και μπάσκετ, σε δημοφιλία επικράτησε το δεύτερο.
Εγώ το έχω ζήσει από πρώτο χέρι, γιατί είχα και από ένα πόδι στην κάθε βάρκα! Τελικά με κέρδισε το βόλει μιας και εκεί υπήρξε ο Παναθηναϊκός, τα πρωταθλήματα και η εθνική ομάδα. Υπηρξε μία δόξα. Παρ’όλα αυτά μπάσκετ έπαιξα στον Αρίωνα για πολλά χρόνια.
-Μιας και η σχέση σας με το βόλει είναι ξεχωριστή, γιατί άραγε πιστεύετε ότι δεν έπιασε το άθλημα;
Το βόλει παρουσίαζε μια σταθερά ανοδική πορεία. Στην Ελλάδα ειδικά έγινε μία πολύ εντατική προσπάθεια ανόδου στη δεκαετία του 90 που κορυφώθηκε στους Ολυμπιακούς της Αθήνας, όμως έπειτα το άθλημα έμεινε πίσω. Και έμεινε πίσω και στην αντίληψη του κόσμου καθώς το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ θεωρήθηκαν “ανδρικά” αθλήματα, ενώ το βόλεϊ “γυναικείο”, λόγω της έλλειψης επαφής, κάτι που δεν βγάζει βέβαια νόημα, γιατί αν είναι έτσι, θα πρέπει να καθιερωθεί μόνο η πυγμαχία
Πως μπορεί το παιδί να ανοίξει τα μάτια του και σε άλλα αθλήματα;
Νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που κυρίως το σχολείο μπορεί να συνδράμει. Να οργανώσει την επαφή με τα άλλα αθλήματα, αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει με τα τωρινά δεδομένα. Όταν η γυμναστική μπαίνει ελάχιστες ώρες, ανάμεσα στα μαθηματικά και την φυσική, σε ανεπαρκείς εγκαταστάσεις, δεν γίνεται τίποτα. Για εμένα, θα έπρεπε ο αθλητισμός και η γυμναστική να αποσυνδεθούν από το ωρολόγιο πρόγραμμα, να δίνεται η δυνατότητα στον μαθητή να κάνει κάθε μέρα μία με δυο ώρες άσκηση το μεσημέρι ή το απόγευμα μετά το σχολέιο. Δεν θέλω να κάνω τον έξυπνο, δεν ξέρεις αν θα δουλέψει αν δεν το δοκιμάσεις, αλλά το σίγουρο είναι ότι όπως είναι τώρα η κατάσταση, ο μαθητής δύσκολα θα δει την γυμναστική ως ευκαιρία να γνωρίσει και να αγαπήσει τα αθλήματα, όσο καλός κι αν είναι ο γυμναστής του.
Tαυτόχρονα, ο δήμος πρέπει να δώσει την ευκαιρία σε μεγαλύτερους να γυμνάζονται, όχι να αθλούνται. Γιατί το να αθληθείς σημαίνει ότι γυμνάζεσαι και προπονείσαι συστηματικά με σκοπό το αποτέλεσμα. Από την άλλη γυμνάζομαι σημαίνει ότι μπορώ να βελτιώσω τις λειτουργείες του σώματος μου αλλά και την ψυχή μου. Και ο Δήμος βεβαίως στερείται χώρων. Βλέπετε ότι δεν υπάρχει μελέτη, η Αθήνα δημιουργήθηκε “άτακτα” και αυτό την επηρεάζει.
-Και κάτι να κλείσουμε: Τι σημαίνει για εσάς ο Αρίωνας;
Για εμένα ο Αρίωνας είναι κομμάτι μου, κομμάτι της ζωής μου. Σαν μικρός που πήγα στο γήπεδο και είδα τους ποδοσφαιριστές του και τους θαύμαζα, τότε μπήκε στην ψυχή μου ο Αρίωνας. Από τη στιγμή που έπαιξα κιόλας, ακόμα περισσότερο. Έκανα φίλους. Νιώθω ακόμα και σήμερα την αγάπη των φιλάθλων, αν περπατήσω στην Δαμάρεως, τη Φιλολάου, τη Πλατεία Πλυτά και αυτό είναι κάτι που σε γεμίζει. Δύσκολα μπορείς να το δεις διαφορετικά. Είναι μία αγάπη που την απέκτησα στα χρόνια εκείνα και ακόμα υπάρχει, παρά το γεγονός ότι τον “εγκατέλειψα” αναγκαστικά λόγω της επαγγελματικής ασχολίας μου με το βόλεϊ και την ακαδημαϊκή μου πορεία στα ΤΕΦΑΑ και δε μπόρεσα σα φίλαθλος να τον ακολουθήσω.